Η αλαζονεία είναι εξουσιαστική συμπεριφορά. Αυτό είναι γνωστό και δεν χρειάζεται να το αναλύσουμε περισσότερο. Οπότε, θα πρέπει να θεωρηθεί τουλάχιστον πλεονασμός η διατύπωση:
αλαζονεία της εξουσία. Εκτός κι αν (κάτι πολύ πιθανό) επιχειρείται να καθιερωθεί πως η εξουσία μπορεί και να μην είναι αλαζονική. Όμως, μέσα από αυτή τη λογική, προβάλλει η σκοπιμότητα ωραιοποίησης της εξουσίας, διαχωρίζοντάς την από ένα σημαντικό χαρακτηριστικό της, μέσω του οποίου εκφράζεται.
Αυτή, λοιπόν, η έκφραση μπορεί να έχει πολλές αποχρώσεις και εντάσεις, χωρίς να σημαίνει πως αυτό της αφαιρεί την εξουσιαστική της διάσταση. Παρά τις όποιες αντιρρήσεις, που ενδεχομένως μπορούν να προβληθούν, η έκφραση: αλαζονεία της εξουσίας έρχεται περισσότερο να τονίσει την ταυτότητα παρά μια διαχωρισμένη κατάσταση που έρχεται να συμπορευτεί συγκυριακά.
Αλαζόνας είναι ο υπερόπτης, αυτός ο οποίος θεωρεί τον εαυτό του ανώτερο από τους άλλους με αποτέλεσμα να συμπεριφέρεται ανάλογα. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα αυτών που
καταλαμβάνουν το εξουσιαστικό αξίωμα του βουλευτή,Περιφερειάρχη,Δημάρχου,αντιδημάρχου,προέδρου, και νομίζουν πως η δύναμη των ψήφων τους έχουν μετατρέψει σε κάτι το ανυπέρβλητο.
Η αλαζονεία αφορά τόσο μεμονωμένα άτομα όσο και μικρά κοινωνικά κομμάτια, που έχοντας αποκτήσει με διάφορους τρόπους κάποιες δυνατότητες τις μετατρέπουν, εν μέρει πραγματικά και εν μέρει φαντασιακά, σε δύναμη. Αυτή η κατάσταση κάνει άτομα και κοινωνικές ομάδες να συμπεριφέρονται με έπαρση. Έτσι, φτάνει κάποιος να νομίζει πως τα μηδαμινά είναι μεγάλα και υποτιμά ό,τι στην πραγματικότητα είναι πολύτιμο.
Πολλές φορές ο αδύναμος, που θα αποκτήσει κάποιες δυνατότητες, παραγνωρίζει το γεγονός πως αυτές είναι προϋποθέσεις για να αποτρέψει την αναπαραγωγή και το άπλωμα εξουσιαστικών θέσεων, στάσεων, συμπεριφορών και πρακτικών. Αναζητά πολιτικά στηρίγματα, μικρής ή μεγάλης εμβέλειας και μετασχηματίζει τις δυνατότητες που έχει σε ένα είδος δύναμης με την οποία επιβάλλεται. Έτσι, στην ουσία μετατρέπεται σε έναν εξουσιαστή ανάλογης ή και μεγαλύτερης έντασης από αυτόν που κάποτε ξεκίνησε να πολεμήσει. Έτσι, η αρχική εξουσιαστική ίωση γίνεται βαθμιαία αρρώστια μη αναστρέψιμη.
Η αλήθεια του αλαζόνα στηρίζεται στη δύναμη κι όχι στην άποψη, την θεώρηση των πραγμάτων και την ανάλυση των συνθηκών. Σ αυτήν την περίπτωση αρέσκεται, πλέον, να χρησιμοποιεί τη μέθοδο επιβολής δια της ισχύος. Στηρίζεται, ως εκ τούτου, σε λαθεμένη εικόνα (πλάνη) που έχει αποδεχθεί ή έχει καλλιεργήσει ο ίδιος για διάφορα ζητήματα. Μία πλάνη την οποίαν όμως διασπείρει αποσκοπώντας σε ακόμη μεγαλύτερη ισχύ και καταξίωσή του και δείχνοντας αδιανόητη αδιαφορία για τις επιπτώσεις που θα έχει αυτή του η συμπεριφορά.
Ο αλαζόνας είναι συνήθως και λογάς. Προσπαθεί να εντυπωσιάσει με παχιά λόγια (αλλά κούφια από περιεχόμενο) όσους μπορούν ακόμα και στέκονται έκθαμβοι μπροστά στην κενότητα. Κλεισμένος στον περίγυρο που τον αποδέχεται, (θες από άγνοια, θες επειδή αποσκοπεί στο να αποκομίσει κάποια οφέλη), ουσιαστικά κόβει τους δεσμούς του από κάθε τί λειτουργικό και δημιουργικό το οποίο τον περιβάλλει και που κάτω από πολλές συνθήκες θα τον στήριζε σε δύσκολες περιστάσεις. Όταν θα ανακαλύψει πως με όλη αυτή τη συμπεριφορά του έχτιζε ένα παλάτι στην άμμο θα είναι πολύ αργά.
Με πολύ απλά λόγια, ο αλαζόνας είναι ίδιος με τον Φαέθοντα: ο υπερφίαλος ενθουσιασμός του τον οδηγεί αργά ή γρήγορα στην καταστροφή. Το κακό είναι πως θα συμπαρασύρει στην πορεία του ανθρώπους και καταστάσεις, που κάτω από διαφορετικές συνθήκες θα μπορούσαν να φανούν χρήσιμοι για την καλυτέρευση των όρων ζωής και για την προοπτική της αποδέσμευσης από καταπιεστικές κι εκμεταλλευτικές καταστάσεις