Η τελετή αποδοχής της δωρεάς του πίνακα έγινε τις προάλλες ενόψει και των εκδηλώσεων για την 71ή επέτειο της Σφαγής των 218 Διστομιτών από να ναζιστικά στρατεύματα κατοχής και ήδη οι προσκυνητές του Μαυσωλείου και του Μουσείου Θυμάτων Ναζισμού , έχουν τον πίνακα μπροστά τους να τους θυμίζει το αίτημα των νεκρών :''Ποτέ πια πόλεμος''.
Τον πίνακα παρέλαβαν από τον κ. Μουστάκα ο Δήμαρχος Διστόμου, Αράχωβας Αντίκυρας κ. Γιάννης Γεωργακός με τον Αντιδήμαρχο κ. Λουκά Ζήση και εθελοντές του Μουσείου. Συγκινημένος ο καλλιτέχνης επανέλαβε όσα είχε γράψει και στη λιτή επιστολή του με την οποία γνωστοποιούσε στον Δήμαρχο, στα μέλη του Δημοτικού και του Τοπικού Συμβουλίου την απόφασή του: '' Αποφάσισα να προσφέρω στο Μουσείο Θυμάτων Ναζισμού τον πίνακα ζωγραφικής που δημιούργησα στη μνήμη του πιο στυγερού εγκλήματος που διαπράχθηκε από τους Γερμανούς κατακτητές, σε βάρος του άμαχου πληθυσμού του Διστόμου το 1944. Μετά από βαθιά σκέψη διαπίστωσα - συνέχισε- ότι δεν μπορεί να υπάρξει καμιά αποκατάσταση, καμιά ολοκληρωμένη δικαίωση και καμιά μάταια εκδίκηση παρά μόνο η Μνήμη που πρέπει να κληροδοτήσουμε στα παιδιά μας. Ελπίζω ο πίνακάς μου να συμβάλει στη διατήρηση αυτής της Μνήμης στις γενιές που έρχονται...''
''Να είσαι σίγουρος, Κώστα ότι , οι Διστομίτισες Μανάδες του πίνακα σου, εδώ , στον χώρο αυτό, είναι μέσα στο σπίτι τους'', είπε ο κ. Γεωργακός, αφού ευχαρίστησε θερμά ον κ Μουστάκα για την δωρεά του. ''Οι ορδές των ναζιστών δεν τις αφάνισαν: Είναι εδώ, δίπλα στα παιδιά τους , δίπλα στους άντρες τους , δίπλα στους αδελφούς τους και ζητούν δικαίωση'', τόνισε. '''Όλοι εμείς κάτοικοι, συντοπίτες, επισκέπτες- προσκυνητές της Μαρτυρικής Πόλης του Διστόμου, οι επόμενες γενιές, νοερά και συμβολικά κοιτάμε τις μορφές τους και ανανεώνουμε την υπόσχεση για αγώνα για τη δικαίωση ''.
Πως γεννήθηκε ο πίνακας
Ο Κώστας Μουστάκας έζησε πριν μερικά χρόνια στην περιοχή της Βοιωτίας και ιδιαίτερα στην Λιβαδειά, αγάπησε τον τόπο και τους ανθρώπους του και φεύγοντας πήρε μαζί του μνήμες. Μνήμες που τον συνοδεύουν έως σήμερα.
Η σφαγή του Διστόμου τον Ιούνη του 1944 ήταν πάντα ένα γεγονός που τον πονούσε και όπως συμβαίνει με τους καλλιτέχνες, άλλος τρόπος δεν υπήρχε παρά να εκφράσει αυτά που ένοιωθε με την τέχνη του. Έτσι αποτύπωσε στον καμβά τον πόνο, τη θλίψη αλλά και την οργή για τη θηριωδία του Γερμανού κατακτητή σ’ ανθρώπους αθώους, άντρες, γυναίκες και παιδιά.
Έτσι γεννήθηκε ο πίνακας αυτός. Μορφές τραγικές… η Μάνα που θρηνεί στο μνήμα, η Μάνα που κρατά στα χέρια της το άψυχο σώμα του παιδιού της, η Μάνα που σφίγγει στην αγκαλιά της το παιδί της για να το προστατέψει από το όπλο του εχθρού.
Ο πόνος, η θλίψη, η απόγνωση βρίσκουν την έκφρασή τους στις μορφές κι από την άλλη η αγριότητα, το μίσος, η δίψα για αίμα του ναζισμού, των στρατιωτών που σαν λυσσασμένα σκυλιά όρμησαν πάνω στο λαό του Διστόμου να τον κατασπαράξουν.
Όλα αυτά πέρασαν από τον μυαλό στον καμβά. Αλλά οι μορφές του καμβά αναζητούσαν συνεχώς τον τόπο τους. Για τον Κώστα Μουστάκα δεν υπήρξε ούτε μια στιγμή, από την πρώτη πινελιά, που να μην φανταζόταν τον πίνακα ''κάπου'' στην Μαρτυρική Πόλη του Διστόμου. Και αυτό το ''κάπου'' δεν μπορούσε να είναι άλλο από το ''Μουσείο Θυμάτων Ναζισμού'', που πλέον γεμίζει κόσμο απ' όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΣΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΣΑΣ.