23 Οκτωβρίου 2014

ΤΟ ΑΡΑΧΩΒΙΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΡΟ ΤΗΣ «ΜΑΝΑΣ»* ΠΑΡΝΑΣΣΟΥ





   Σε προηγούμενο σημείωμα, είχαμε αναφερθεί γενικά στις κατηγορίες των Δημοτικών τραγουδιών που αναφέρονται στην Αράχωβα και στο περιεχόμενο της καθεμιάς.
   Στο παρόν άρθρο θα εξετάσουμε τα Δημοτικά τραγούδια που σχετίζονται στην κατηγορία (3): Διάφορα τραγούδια και έχουν άμεση σχέση με το νερό, ως απαραίτητο  στοιχείο ζωής και πηγής αστείρευτης δύναμης για όλες τις τοπικές κοινωνίες και δη για την Αράχωβα.

  Tο παρακάτω Δημοτικό τραγούδι, (με τις παραλλαγές), έχει σχέση με την προσπάθεια που έκαναν οι παλιοί παππούδες μας, να φέρουν το νερό του Παρνασσού, της περιοχής «Μάνας» Παρνασσού στην Αράχωβα.

  Δύσκολο το εγχείρημα τότε, η απόσταση μεγάλη, τα μέσα ανεπαρκή, οπότε  για να προχωρήσει το έργο, έπρεπε να στοιχειώσουν κάποιον άνθρωπο. Ο φόβος και η αγωνία των ανθρώπων, μπροστά στα απρόοπτα γεγονότα, κατά το κτίσιμο των μεγάλων έργων και η πίστη τους για την ύπαρξη δαιμονικών στοιχείων, έκανε τους μάστορες και τον κόσμο προληπτικούς. Κύριο μέσο πρόληψης και προφύλαξης ήταν το στοίχειωμα του έργου με θυσίες εξιλέωσης των στοιχείων που ζητούσαν ικανοποίηση.
Διάλεξαν λοιπόν κρυφά τον πρωτομάστορα, το μάστρο - Παναγιώτη: Την ώρα που δούλευε, σκυμμένος στο αυλάκι, «τού κάρφωσαν τον ίσκιο…».
 Ο μάστρο – Παναγιώτης πέθανε, αλλά η ψυχή του στοίχειωσε και το έργο στέριωσε.

 
  Μεγάλη ήταν η σημασία του νερού, ως αστείρευτη πηγή ζωής, αναγνωρίστηκε από τα πανάρχαια χρόνια απ' όλες τις ανθρώπινες κοινωνίες. Η δύναμη που έδινε το νερό στις αρχαίες κοινωνίες, έκανε τους ανθρώπους να το λατρέψουν. Πέρα από αντικείμενο λατρείας, το νερό θεωρήθηκε ένα από τα βασικότερα στοιχεία κοσμογονίας σε όλους τους πρωτόγονους λαούς. Στις πανάρχαιες δοξασίες των λαών, όπως σώζονται στις μυθολογίες τους, το νερό αποτελεί στοιχείο εξαγνισμού και κάθαρσης και η σπουδαιότητα του είναι τεράστια στην εξέλιξη των κοινωνιών.

  Στη λαϊκή μας παράδοση η λατρεία των νερών πέρασε από τους αρχαίους προσωποποιημένους ποταμούς και στη χριστιανική πίστη. Έτσι η δύναμη και η αξία του νερού αποτυπώθηκε στην ποιητική αλλά και σατιρική διάθεση του λαού μας, σε παροιμίες, αινίγματα, εκφράσεις, πλουτίζοντας έτσι κι ομορφαίνοντας το λόγο μας.

  Για ένα τόσο σημαντικό έργο λοιπόν, απαιτείται και μεγάλη θυσία και μάλιστα ένα σπουδαίο πρόσωπο όπως ο Πρωτομάστορας που πρέπει να θυσιαστεί, αναβιώνοντας έτσι στοιχεία-μνήμες του πανάρχαιου εθίμου των ανθρωποθυσιών.

  Αναφέρει σχετικά ο Ν. Πολίτης, ότι το τραγούδι απηχεί την πανάρχαια δοξασία που είναι διαδεδομένη σε πολλούς λαούς, ότι για να στεριώσει ένα χτίσμα πρέπει να θαφτεί ή να εντοιχιστεί στα θεμέλια του ένα ζωντανό ζώο - ή καλύτερα - ένας άνθρωπος. Υπήρχε η πίστη ότι η ψυχή μετά θάνατον αποκτά υπερφυσικές ιδιότητες και μ’ αυτές προφυλάσσει το χτίσμα. Το θύμα όμως έπρεπε να είναι «καλό», ώστε να μπορεί το καλό πνεύμα να διώχνει όλα τα κακά.

  Έτσι λοιπόν σύμφωνα με τη δοξασία της «στοιχειώσεως», δηλαδή της θυσίας ζώου ή ανθρώπου στα θεμέλια ενός οικοδομήματος για να στεριώσει, το θύμα γίνεται το καλό στοιχειό του οικοδομήματος και η ψυχή του με τις υπερφυσικές ικανότητες, όχι μόνο το στεριώνει, αλλά και το προφυλάσσει από κάθε κίνδυνο.

  Το παρακάτω λοιπόν Αραχωβίτικο τραγούδι ανήκει στο είδος της παραλογής με 15σύλλαβο στίχο, χωρίς ομοικαταληξία, είναι αφηγηματικό τραγούδι που διηγείται μια ιστορία και μοιάζει με παραμύθι. Συνήθως οι παραλογές δεν εξυμνούν ηρωικά κατορθώματα, αλλά αφηγούνται τις δραματικές περιπέτειες της ανθρώπινης ζωής, έχοντας αναπαράσταση μέσα από ζωντανούς διαλόγους και γοργή δράση.

    Ο Αραχωβίτης λαϊκός ποιητής, έκανε τραγούδι το παραπάνω γεγονός, το οποίο διασώζεται και σε αντίστοιχες παραλλαγές, στις οποίες αναφερόμαστε:

* «Μάνα»:  τοποθεσία στα νότια ριζά του Παρνασσού, απ’ όπου υδρεύεται η Αράχωβα.


«Το νερό της Μάνας»

«Φέραν της Γούρνας το νερό, το κάμαν τρεις βρυσούλες.
Τη μια την πάνε στον Οντά*, την άλλη στ' Αργαστήρια,
την τρίτη την καλύτερη ψηλά στον Αη-Γιώργη.
Ούλες πλένουν και χαίρουνται, πλένουν και τραγουδάνε
κι η Μαστροπαναγιώταινα πλένει και καταριέται:
-Ανάθεμά σας γέρονrες γερόντοι Αραχωβίτες
(ή «Ανάθεμά σας γέροντες και σεις παλληκαράδες»)
στοιχειώσατε τον άντρα μου το Μαστροπαναγιώτη».
(ή «που στοιώσατε τον άντρα μου, το μαστρο- Παναγιώτη»).
* Οντά = Η (Οι)κονομόβρυση.
Στο παραπάνω τραγούδι έχουν διασωθεί και τέσσερις παραλλαγές ως εξής:

Η πρώτη παραλλαγή


Στην ξαναμμένη  Αράχωβα ’γιν ένα καμπαέτι,
Φέραν της Γούρνας το νερό, το ‘κάναν τρεις βρυσούλες
Τη μια την πάνε στον Οντά*, την άλλη στ' Αργαστήρια (1),
την τρίτη την καλύτερη ψηλά στον Αη-Γιώργη.
Ούλες πλένουν και χαίρουνται, πλένουν και τραγουδάνε
κι η Μαστροπαναγιώταινα πλένει και καταριέται:
-Ανάθεμά σας γέρονrες γερόντοι Αραχωβίτες
στοιχειώσατε τον άντρα μου το Μαστροπαναγιώτη».

(1)  Αργαστήρια= τα μαγαζιά της αγοράς.

« Λάππας Τ. Η Αράχωβα του Παρνασσού, 1961, σ. 134-5»

Η δεύτερη παραλλαγή , όπως την άφησε χειρόγραφη ο Αραχωβίτης Λουκάς Χρ. Λούσκος (γεν.1877).


« Βγάλαν της Γούρνας το νερό, το ΄κάμαν τρεις βρυσούλες
Τη μια την πάνε στον Οντά, την άλλη στο παζάρι,
Την Τρίτη την κρυγιότερη, ψηλά στον Άι- Γιώργη».



Η τρίτη παραλλαγή, όπως αναφέρεται στη συλλογή του Β. Λαχανά, 1909, «Τραγούδια του Παρνασσού».

«…..Τη μια την πάν’ στον Αφανό, την άλλη στο παζάρι,
Την Τρίτη την καλύτερη, την πάν’ στον Άγιο Γιώργη».


Η τέταρτη παραλλαγή

Ο Αθανάσιος Ιατρίδης στο βιβλίο του «Συλλογή Δημοτικών Ασμάτων, παλαιών και νέων»,  κατατάσσει το τραγούδι στα μοιρολόγια γυναικός, κατά τους παρελθόντες χρόνους.


«Ο στοιχειωμένος (1) άνθρωπος επί τίνι βρύσει, της εν Παρνασσώ κωμοπόλεως Αραχώβης».

Σ’ του Μπλαζ-μπεκίρη (2) τον καιρό, έγειν’ ένα συγχώριο.
‘Βγάλαν της Γούρνας (3) το νερό, τ’ όκαμαν τρεις βρυσούλαις.
Την μιαν την ‘πάγουν ς’ τον οντά (4), την άλλη’ς τ’ αργαστήρια.
Την τρίτη την καλλίτερην, ψηλά’ς τον Άγιο Γιώργη,
Δια να πλύνουν η εύμορφες, να πλύνουν η μαυρομμάταις.
Όλαις πλύνουν και χαίρονται, πλύνουν και τραγωδούνε.
Κι η μαστροπαναγιώτενα, πλύνει και καταργέται.
-Ανάθεμά σε Κάλεσσε, και μυριανάθεμά σε,
Πού ‘στοίχειωσες τον άνδρα μου, τον μαστροπαναγιώτη.
Ανάθεμά σας γέροντες, γέροντ’,  Αραχωβίτες,
- Τι πταίμ’ ημείς οι γέροντες, οι γερ’ Αραχωβίτες,
Πταίει αυτός ο Κάλεσσος, ο πρωτομάστοράς τους».


Επεξήγηση αριθμών, του παραπάνω τραγουδιού (όπως αναφέρει ο Ιατρίδης):

(1)           Γελοία τις ιδέα παλαιόθεν ορμωμένη σώζεται και μέχρι της σήμερον, εις τον εγκέφαλον του λαού, επί παντός δηλονότι νεοδμήτου οικοδομήματος, ως φρουρίου, γέφυρας, οίκου κλπ. Έθετον συνήθως εις υποστήριξην δήθεν του θεμελίου αυτό ων, θύμα τι, οίον κριόν, αρνίον, όρνιθα, κύνα και τα παρόμοια, ενίοτε δε και το μέτρον ποδός ανθρώπου τινός μισουμένου παρά του οικοδόμου. Έκτοτε λοιπόν επικρατεί η δεισιδαίμων ιδέα αύτη, και πιστεύεται παρά του αγροίκου λαού, ότι εις τα οικοδομήματα ταύτα κατοικούσι φάσματα ή στοιχεία και α τινά πολλάκις παρουσιάζονται εις τους ευαπατήτους διαβάτας(!)

(2)            Οθωμανός τις επιστάτης τότε της ευταξίας εν Αραχώβη.

(3)           Γούρνα: θέσις άνωθεν της Αραχώβης, προς βορίους ανατολάς, απέχουσα αυτής πλείον της μιας ώρας. Εκείθεν κατέρχεται δια σωλήνων το εν τη χώρα ταύτη πότιμον ύδωρ, δια της δυσβάτου ταύτης θέσεως, μόλις διέφυγον την Ελληνικήν μάχαιραν, ευάριθμοι τινές Τούρκοι, ωδηγηθέντες υπό τινός προδότου Ζηλλιανέου, προς την όπισθεν του Παρνασσού μονήν της Ιερουσαλήμ.

Εν τη μάχη ταύτη, λαβούση χώραν περί την Αράχωβαν μεταξύ του Γενικού αρχηγού Καραϊσκάκη και του Τουρκαλβανού στρατηγού Μουστάμπεη κατεστράφη άπας σχεδόν ο στρατός του τελευταίου τούτου, συνισταμένου εις τρεις ήμισυ περίπου χιλιάδας, συγκαταστραφέντος και αυτού του ιδίου, άνωθεν της εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου, μετά και άλλων ηγεμόνων Οθωμανών, μεθ’ ων και ο παρά του Σουλτάνου πεμφθείς έκτακτος κεχαγιάμπεης (επιτηρητής ή αυλάρχης) κατακοπείς ούτος παρά τινός καλογήρου εκ’ της μονής του Προφήτου Ηλιού, κειμένης άνωθεν των Δελφών, εν έτει 1826 και μηνί Νοεμβρίω.

 Μετά την θραύσιν δε ταύτην των βαρβάρων, κόψαντες τας κεφαλάς αυτών, οι Έλληνες έκτισαν αυτάς πύργον μέγιστον δι’ ασβέστου, έξωθεν της Αραχώβης επί τίν θέσει καλουμένη Πυλόβγαλμα, χρόνου δε παρελθόντος επιστρέψαντες το δεύτερον οι βάρβαροι κατέστρεψαν τον πύργον και έθαψαν τας κεφαλάς, προς εξάλειψιν του ονείδους και της αισχράς αυτών ήττης.

(4)           Οντάς: λ. αίθουσα ή δωμάτιον εις διαμονήν του ανωτέρου Τούρκου,ένθα ετιμωρούντο οι άτακτοι, την θέσιν ταύτην του οντά, κατέχει σήμερον εκπαιδευτικόν εγαθίδρυμα αλληλοδιδακτικής.


Βιβλιογραφία:




Καταγραφή και ανάλυση των Δημοτικών τραγουδιών της Αράχωβας

2013, Γιώργος  Οικονόμου, Γιώργος Αναγνώστου.
Υ.Γ. από e-hani : Ευχαριστώ τον ακούραστο "εργάτη" και καταγραφέα της Λαογραφίας της Αράχωβας, τον Γεώργιο Οικονόμου, για την αποστολή του εξαιρετικού άρθρου του, προς δημοσίευση 
Blog Widget by LinkWithin