Με το που λιώνουν τα χιόνια στα βουνά και ειδικά στην αρχή της άνοιξης, σχηματίζεται μια λίμνη στο ΖΕΜΕΝΟ, με το όνομα αυτής ΚΕΡΑΜΙΔΑΡΙΟ ή Τσαραμ’δαριό στην τοπική διάλεκτο.
Πολλές οι αναφορές για την περιοχή του ΚΕΡΑΜΙΔΑΡΙΟΥ καθώς και πολλά στοιχεία για την ευρύτερη περιοχή , υπάρχουν στο βιβλίο του ΣΤΑΘΗ ΑΣΗΜΑΚΗ με τίτλο ΣΤΗΝ ΚΟΙΛΑΔΑ ΤΟΥ ΠΛΕΙΣΤΟΥ
Ακολουθούν μερικές από τις αναφορές :
Πάνω σε ένα ύψωμα του περάσματος μεταξύ των δύο βουνών, η ύπαρξη μερικών τετραγωνισμένων λίθων φανερώνει ότι η περιοχή είχε πιθανόν προστατευθεί ή οχυρωθεί. Στα δεξιά, η πηγή του Πλειστού και στ’ αριστερά, μια λίμνη με κεραμότουβλα τριγύρω της.
Κεραμιδαριό Στην περιοχή αυτή βρέθηκαν όστρακα κλασικής - ελληνιστικής περιόδου (μελανά, ερυθρά) και κεραμίδες.
Ο dr. Habbo Gerhard Lolling, που υπήρξε η πρώτη αυθεντία πάνω στην αρχαία τοπογραφία της Ελλάδος, σε συνδυασμό με το σημαντικό βαθμό γνώσης του και για το παρελθόν και για την εποχή του, στο βιβλίο του: “Reisenotizen aus Griechenland 1876 und 1877”, Berlin, αναφερόμενος στο ταξίδι του προς Δελφούς γράφει τα εξής: « […] Από εδώ και πέρα, ο δρόμος για τους Δελφούς είναι ανηφορικός και πιο δύσκολος, στην αρχαιότητα όμως πρέπει να υπήρχε δρόμος για άμαξες, ίσως με τεχνητές
Στην κοιλάδα του Πλειστού (Ξαναδιαβάζοντας τις αρχαίες πηγές) ράγες πάνω από τα βράχια, που τέτοιες συνήθιζαν οι αρχαίοι Έλληνες να τοποθετούν σε δύσκολο έδαφος με πολλή κίνηση. Μέσα από μια έρημη κοιλάδα, που περικλείεται δεξιά και αριστερά από γυμνούς βράχους, φτάνει κανείς σε 18 λεπτά από την Τρίοδο σε ένα ρέμα που διασχίζει την κοιλάδα, και από εκεί σε 14 λεπτά στο χάνι του Ζεμενού με τον τεράστιο πλάτανο, 3 λιβάδια και μια πηγή με κρύο νερό. Βρίσκεις εδώ, εκτός από τα συνηθισμένα ποτά (καφέ όχι), ψωμί και κρέας, όχι πάντα όμως.
Ο Ούλριχς υποθέτει ότι η Αιολίδα και η Κυπάρισσος ταυτίζονται. Ένας άλλος, ασήμαντος όμως τόπος στην κοιλάδα του Πλειστού, ανάμεσα στον Παρνασσό και στην Κίρφι, ήταν η Έραννος. Το Παλαιόκαστρο της Κυπαρίσσου (Αιολίδας;) απέχει μια ώρα από την Αράχοβα. Στην άκρη του λόφου παρατηρεί κανείς ερείπια από πολυγωνικά τείχη, οι πάνω στρώσεις των οποίων αποτελούνταν από αρκετά ιδιόμορφους οριζοντίους λίθους. Ένα ψηλό στρώμα επιχωματώσεων στο εσωτερικό εκτείνεται μέχρι τα ερείπια των τειχών και είναι γεμάτο βάτα που δεν σε αφήνουν να εξετάσεις τα τείχη. Από την ανοικοδόμηση της κατεστραμμένης από τους Πέρσες πόλης 33 […;;;;;] οδοιπόρους.
Θα ήταν καλό να φέρει κανείς τόσο τη διατροφή του, όπως και κουβέρτες και λοιπά για τη διανυκτέρευση.
Ο δρόμος ακόμα ανεβαίνει μέχρι το δεύτερο χάνι, κοντά στο οποίο βρίσκεται κάτω από μερικά ψηλά πουρνάρια το ξωκκλήσι του Αγίου Αθανασίου (μετά από 22 λεπτά).
Περνάς με το άλογο την αυλή του χανιού, που μοιάζει με το προηγούμενο και μετά περνάς μια πηγή με ένα εικονοστάσιο.
Εδώ, το έδαφος γίνεται πεδινό, μέχρι που μετά από 10 λεπτά μερικοί βραχώδεις βράχοι προβάλουν στην κοιλάδα από το Βορρά, από την πλευρά του Παρνασσού δηλαδή. Από εκεί και πέρα κατεβαίνει η πεδιάδα και αρχίζει να γίνεται κυματιστή.
Μετά από 6 λεπτά στα δεξιά ένα εργαστήριο αγγειοπλαστικής. Εδώ κατεβαίνει πολύ ο δρόμος σε ένα βαθύ ρέμα, στο οποίο βρίσκονται ένας νερόμυλος κινούμενος από νερό πηγής και ένας κήπος με καλλιέργειες βαμβακιού (μετά από 10 λεπτά). Κοντά στο σημείο, όπου ο Πλειστός (Ξεροπόταμος) περνάει το δρόμο, βρίσκεται ένα σημαντικό Παλαιόκαστρο, το οποίο συνήθως[…;;;] εμείς τίποτα, το μέρος παραήταν μάλλον ασήμαντο κι έμεινε μέσα στα ερείπιά του.[…]», και πιο κάτω «[…
Σχιστή ὁδός, εὕρομεν δεξιά τῆς ὁδοῦ πολυάριθμα λείψανα μεγάλου φρουρίου ἤ μικρᾶς πόλεως ἐπί λόφου οὐδέν ὄνομα μέχρι τῆς σήμερον λαβούσης.
....οπότε η Ανεμώρεια φαίνεται ότι θα βρισκόταν ανατολικά της «Τούμπρης» και αυτό μας οδηγεί αναγκαστικά στο να την ταυτίσουμε με τη σημερινή τοποθεσία «Παλιόπυργος».
Στη θέση αυτή θα πρέπει να βρισκόταν η Ανεμώρεια των αρχαϊκών χρόνων και της εποχής των περσικών πολέμων, διότι παλιότερα, δηλαδή στα μυκηναϊκά χρόνια, η θέση της θα πρέπει να ήταν ακόμα ανατολικότερα, αυτή δηλαδή που σήμερα είναι γνωστή με το όνομα «Καστρούλι» Ζεμενού, η οποία σύμφωνα με τα υπάρχοντα αρχαιολογικά ευρήματα, θεωρείται πράγματι σημαντική μυκηναϊκή οχύρωση. Συγκεκριμένα, διέθετε ένα είδος ακρόπολης στη βορεινή πλευρά της, που ήταν η κυρίως οχύρωση, και είχε στον άμεσο έλεγχό της το στρατηγικό πέρασμα του Ζεμενού. Οι διαστάσεις της κυρίας αυτής οχύρωσης είναι: Δυτικά - Ανατολικά 110m περίπου x Βόρεια - Νότια 80m περίπου. Διαστάσεις όχι ευκαταφρόνητες, αν σκεφτούμε ότι οι διαστάσεις του Ιερού βράχου της Ακρόπολης, που είχε παίξει το ρόλο του βασικού οχυρού της Αθήνας στα μυκηναϊκά χρόνια, είναι: Δυτικά - Ανατολικά 300m περίπου x Βόρεια - Νότια 100m περίπου. Πίσω από την παραπάνω αναφερθείσα κυρίως οχύρωση και με κατεύθυνση προς το βουνό της Κίρφης υπήρχε δευτερεύουσα οχύρωση ικανής έκτασης, που έπαιζε το ρόλο του Πελασγικού ή Πελαργικού τείχους της Ακρόπολης των Αθηνών, δηλαδή χρησίμευε, εκτός από τη συγκέντρωση για προστασία των ανθρώπων από τους γύρω συνοικισμούς της Ανεμώρειας, και για την προστασία των κτηνών, δηλαδή του πολύτιμου ζωϊκού κεφαλαίου της κοινότητας, σε περίπτωση εχθροπραξιών.
Όπως ξέρουν, όσοι ζουν στη σημερινή Αράχοβα, η περιοχή του «Ζεμενού» καταιγίζεται πολύ συχνά και «ταλαιπωρείται» από το βορειοανατολικό άνεμο, που οι ντόπιοι τον αποκαλούν Βοριά. Αυτός ο άνεμος εισέρχεται στον αυχένα του «Ζεμενού», και λόγω της εκεί στένωσης αυξάνει ταχύτητα, καταπονώντας όχι μόνο το «Ζεμενό», αλλά, βγαίνοντας από εκεί με μεγάλη σφοδρότητα, και την περιοχή της γειτονικής «Μπάνιας».
Από την πρώτη συμπεραίνουμε ότι στα χρόνια του Στέφανου Βυζάντιου (τέλη 5ου μ.Χ. αιώνα) η Ανεμώρεια υφίστατο, και από τη δεύτερη επιβεβαιώνεται ότι βρισκόταν στον «Παλιόπυργο», διότι, πράγματι, η τοποθεσία αυτή, εάν ειδωθεί από κάποιον που βαδίζει στα ίχνη της Ιεράς οδού προς Δελφούς, έχει δηλαδή κατεβεί από το Ζεμενό και προχωρά δυτικά προς το Ιερό του Απόλλωνα, μοιάζει να βρίσκεται σε λόφο ψηλό, που δεσπόζει της ρεματιάς, η οποία κατέρχεται από την «Τούμπρη».
Πράγματι, για τη θέση «Παλιόπυργος»: α) Ο περιηγητής William Gell σημειώνει : « […] (…9) Έχοντας προσπεράσει τη λίμνη, σε 75 (απόσταση) τριακόσιες γιάρδες δεξιά παρατηρείς ένα Κάστρο, που το χαμηλότερο τμήμα των τειχών του είναι χτισμένο με πολυγωνικές πέτρες, πάνω από τις οποίες, όμως, υπάρχουν κυβόλιθοι σε οριζόντια διευθέτηση. Δεν θα πρέπει να αποτελούσε τοποθεσία μεγάλης σπουδαιότητας, αλλά πιθανώς ήταν μια από τις πόλεις, που λεηλατήθηκαν από τους Πέρσες. Τα αρχαία τείχη ήσαν πιθανόν πολυγωνικά, ενώ οι ανώτερες σειρές αποτελούν την επισκευή τους μετά την αποχώρηση του Ξέρξη.[…]».
β) Ο περιηγητής Richard Burgess αναφέρει: «[…] Στη μια πλαγιά του λόφου υπάρχει μια κουφωμένη κοιλάδα και από τη βάση μέχρι την κορυφή της μπορούν να ανιχνευτούν ερείπια αναλημματικών τοίχων πλατυσμάτων της ίδιας τεχνοτροπίας μ’ αυτή των αρχαίων Δελφών. Στην κορυφή κείται μια μάζα ερειπίων, που, από τα ανατολικά, όπως κοιτάζει κάποιος από τη στενή κοιλάδα προς τα κάτω, έχει μια επιβλητική εμφάνιση. Εδώ, δίχως αμφιβολία, στεκόταν ο ναός της περιοχής και η Ακρόπολη, και συγκρίνοντας τα υπολείμματα αυτών των μικρών Δελφών με την εξέχουσα πόλη του Απόλλωνα, μπορεί ίσως να εξακριβωθεί κάτι περισσότερο σχετικά με την ακριβή θέση του Πύθιου ναού.[…]», και τέλος
γ) Ο περιηγητής Christian Brandis γράφει: « […] από ένα απογυμνωμένο φαράγγι μεταξύ της Κίρφεως και του Παρνασσού προς τον Πλειστό, που πηγάζει βόρεια από το οροπέδιο του Παρνασσού και κατά μήκος του οποίου ποταμού περνάει ο πιο άνετος δρόμος προς την πεδιάδα των Σαλώνων. Αφήνοντας πίσω μας δεξιά σε ένα εξέχοντα λόφο τα ερείπια της Κυπαρίσσου ή Αιολίδας, στρεφόμαστε προς το ψηλό βουνό της Αράχοβας, ένα μεγαλοπρεπές χωριό ευρισκόμενο σε γραφική τοποθεσία σε ένα ύψωμα μέσα στα δέντρα.[…].»
Επομένως, η Ανεμώρεια ήταν μια μικρή κώμη και όχι πόλη και γι’ αυτό δεν αναφέρθηκε από το Βυζαντινό γεωγράφο, διότι προφανώς αυτός κατέγραφε μονάχα τις πόλεις της Ελλάδας και όχι τους μικρούς οικισμούς της. Το ότι δε στα χρόνια εκείνα υπήρχαν, εκτός από τις πόλεις, και πολυάριθμες κώμες προκύπτει με βεβαιότητα από την παρακάτω αναφορά του ιστορικού Προκοπίου Καισαρέως στο «Ὑπέρ τῶν πολέμων» (Λόγος πρῶτος). «Ἐν τούτῳ δὲ τῷ χρόνῳ σεισμοί κατά τὴν Ἑλλάδα ἐπιπεσόντες ἐξαίσιοι τὴν τε Βοιωτίαν καὶ Ἀχαΐαν καὶ τὰ περί κόλπον τὸν Κρισαῖον κατέσεισαν καὶ χωρία μὲν ἀνάριθμα, πόλεις δὲ ὀκτώ ἐς ἔδαφος καθεῖλον, ἐν ταῖς Χαιρώνειά τε καὶ Κορώνεια ἦν καὶ Πάτραι καὶ Ναύπακτος ὅλη, ἔνθα δή καὶ φόνος γέγονεν ἀνθρώπων πολύς καὶ χάος δὲ τῆς γῆς πολλαχῆ ἀποσχισθείσης γεγένηται, […], ἀμφί δὲ τὰ ἐκείνη χωρία, οὗ δὴ τὸ Σχίσμα ὠνόμασται καὶ σεισμός ὑπερμεγέθης γενόμενος πλείω φόνον ἀνθρώπων ἤ ἐν πᾶσι τῇ ἄλλῃ Ἑλλάδι εἰργάσαντο, μάλιστα ἐπεί τινα ἑορτήν πανηγυρίζοντες ἔτυχον ἐκ πάσης τε τῆς Ἑλλάδος ἐνταῦθα τότε τούτου δή ἕνεκα ξυνειλεγμένοι πολλοί. Ἐν δὲ Ἰταλίᾳ […].», που σημαίνει: «[…] Και αυτή δε τη χρονική περίοδο τρομεροί σεισμοί που συνέβησαν στην Ελλάδα, ταρακούνησαν και τη Βοιωτία και την Αχαΐα και τα μέρη που βρίσκονται γύρω από τον Κρισαίο κόλπο και γκρέμισαν στο έδαφος αμέτρητα χωριά και οχτώ πόλεις. Και στη Χαιρώνεια και στην Πάτρα και τη Ναύπακτο ολόκληρη ήταν που έγινε πολύς σκοτωμός και
Στην κοιλάδα του Πλειστού έγιναν χάσματα σε πολλά μέρη των περιοχών αυτών […] γύρω από κείνα τα χωριά, όπου και το χωριό που έχει ονομαστεί Σχίσμα,
ο πάρα πολύ μεγάλος σεισμός που έγινε προκάλεσε τα περισσότερα ανθρώπινα θύματα από οποιοδήποτε άλλο μέρος της Ελλάδας, εξαιτίας του ότι ήταν πολλοί συγκεντρωμένοι σε μια τοποθεσία και πανηγύριζαν σε κάποια γιορτή και έτυχε να βρίσκονται εκεί από όλα τα μέρη της Ελλάδας. Στην Ιταλία […]. » Από την παραπάνω αναφορά του Προκόπιου προκύπτει επιπλέον ότι στην ευρύτερη περιοχή του Παρνασσού μέχρι και τον 6ο π.Χ. αιώνα οι κάτοικοι δεν είχαν καθ’ ολοκληρίαν ασπαστεί το χριστιανισμό. Υπήρχαν ακόμα πιστοί στην παλαιά θρησκεία, που ακολουθούσαν τις παλιές ειδωλολατρικές παραδόσεις. Η αναφερόμενη γιορτή από τον Προκόπιο, πρέπει μάλλον να σχετίζεται με τις τελετές για το θεό Διόνυσο, που γίνονταν κάθε δυο χρόνια, τη χειμερινή περίοδο, στο Κωρύκιον Άντρον.Είναι ενδιαφέροντα τα παρακάτω αναφερόμενα στη «Μελέτη σεισμικής επικινδυνότητας στη θέση της προβλεπόμενης Ζεύξης του Μαλιακού κόλπου», του καθηγητή Κ.Χ. Μακρόπουλου: «Από τον Προκόπιο τον Καισαρέα, τον Ευάγριο κι άλλους συγγραφείς προκύπτει ότι μεγάλοι σεισμοί κατέσεισαν τη Βοιωτία, την Αχαΐα, την περιοχή γύρω από τον Κρισσαίο κόλπο(κόλπος Ιτέας), ενώ στον Πορθμό που βρίσκεται μεταξύ Θεσσαλίας και Βοιωτίας (Μαλιακός κόλπος) στην περιοχή της πόλης Εχιναίου(Αχινός) και στη Σκάρφεια η θάλασσα εισχώρησε στην ξηρά μέχρι τα βουνά και κατέστρεψε τα χωριά της περιοχής. Η θάλασσα επανήλθε στην αρχική της θέση κι άφησε ψάρια στη στεριά, τα οποία είχαν ασυνήθιστη όψη.
Οι σεισμοί κατέστρεψαν αναρίθμητα χωριά και ισοπέδωσαν οκτώ πόλεις μεταξύ των οποίων τη Χαιρώνεια, την Κορώνεια, την Πάτρα και την Ναύπακτο ολόκληρη, όπου φονεύτηκαν πολλοί. Από τους σεισμούς πολλοί κάτοικοι θάφτηκαν κάτω από τα ερείπια, και σε πολλά μέρη η γη άνοιξε και στα χάσματα καταποντίστηκαν πολλοί. Σ’ ένα μέρος, όπου το χάσμα φαινόταν και μετέπειτα, χάθηκαν περισσότεροι από ό,τι στα υπόλοιπα μέρη της Ελλάδας, γιατί κατά τύχη γινόταν εκεί γιορτή και είχε μαζευτεί πολύ κόσμος. Σωροί γης έφραξαν τους δρόμους, η θάλασσα αποσύρθηκε και καταπόντησε τα γύρω μέρη. Πνίγηκαν και φονεύτηκαν τόσοι, ώστε ο αριθμός τους υπερέβη κάθε προηγούμενο. Από τους σεισμούς καταστράφηκαν και τα τείχη των Θερμοπυλών. Κατά ορισμένους μελετητές θεωρείται ως έτος γένεσης των σεισμών το 551 ή το 552 και μήνας ο Μάϊος ή ο Ιούνιος. Επειδή την περιγραφή του θαλάσσιου κύματος στο Μαλιακό κόλπο ο Προκόπιος την έχει στο ίδιο κείμενο με την περιγραφή του σεισμού της Φωκίδας, που έγινε στο ίδιο έτος ορισμένοι θεωρούν τα μακροσεισμικά αποτελέσματα στις δυο περιοχές ως οφειλόμενα στον ίδιο σεισμό. Αυτό θα σήμαινε ότι ένας σεισμός με τόσο εκτεταμένη περιοχή καταστροφών θα έπρεπε να είχε μέγεθος τουλάχιστον 7,5 βαθμούς της κλίμακας Ρίχτερ. Έτσι μάλλον θα πρόκειται για δυο ή τρεις σεισμούς. Σύμφωνα με το πρώτο σενάριο θα πρέπει οι δυο σεισμοί να έγιναν στη Βοιωτία και τον κόλπο της Ιτέας, από τους οποίους ο δεύτερος θα είχε μέγεθος γύρω στα 7,0 Ρίχτερ. Είναι, όμως, εξίσου πιθανό να έγιναν τρεις σεισμοί το ίδιο έτος στην περιοχή, ως ακολούθως:
α) Ένας σεσμός με επίκεντρο στη δυτική ακτή του Κορινθιακού κόλπου, κοντά στην ακτή της Αχαΐας, που κατέστρεψε τη Ναύπακτο και προκάλεσε βλάβες στην Πάτρα. β) Ένας σεισμός κοντά στο σημερινό Δίστομο της Βοιωτίας, που κατέστρεψε τις πόλεις Χαιρώνεια και Κορώνεια, καθώς και Στην κοιλάδα του Πλειστού (Ξαναδιαβάζοντας τις αρχαίες πηγές) την περιοχή Σχίσμα (Ο Ιεροκλής την ονομάζει Σχιστή και την τοποθετεί κοντά στις πόλεις Λεβάδεια και Δαύλεια της Βοιωτίας). γ) Ένας σεισμός στο Μαλιακό κόλπο, που προκάλεσε τεράστια θαλάσσια σεισμικά κύματα και κατέστρεψε τις πόλεις Εχιναίο και Σκάρφεια, καθώς και τα γύρω χωριά. Όσον αφορά στη χρονολογία των σεισμών αυτών, ο σεισμός της Βοιωτίας θα πρέπει να έγινε το χειμώνα κατά τη διάρκεια μιας Διονυσιακής γιορτής που γινόταν κάθε δυο χρόνια στον Παρνασσό. Οι άλλοι δυο, σύμφωνα με τη σειρά που τους καταγράφει ο Προκόπιος έγιναν πριν και μετά από τον πρώτο, σε πολύ κοντινό διάστημα, πιθανότατα τον Ιανουάριο και το Μάρτιο (Γεωργιάδης 1904, Γαλανόπουλος 1995, 1961, Ευαγγγελάτου - Νοταρά 19871988, Παπαζάχος και Παπαζάχου 1989, Ambraseys and Jackson 1990, Ambraseys 1994 a, Papioannou et.al 1994.)». 81 Εικ.5 Προτεινόμενα Νοτιοανατολικά όρια Δελφών πριν και μετά το Β΄ Ιερό πόλεμο. *** 82 Στην κοιλάδα του Πλειστού (Ξαναδιαβάζοντας τις αρχαίες πηγές) *** Εικ.6 Προτεινόμενα Βορειοανατολικά όρια Δελφών πριν και μετά το Β΄ Ιερό πόλεμο. 83 Εικ. 7 Προτεινόμενα Βόρεια όρια Δελφών πριν και μετά το Β΄ Ιερό πόλεμο.
Παλιόπυργος Στο χώρο αυτό και την ευρύτερη περιοχή, βρέθηκαν κεραμίδες, κατάλοιπα οικοδομημάτων, λαξευμένοι λίθοι, όστρακα κλασικής - ελληνιστικής περιόδου (ερυθρά, μέλανα), τάφοι. Στον τάφο βρέθηκε αγγείο, δακρυδόχος και αιχμή δόρατος από σίδηρο. Ένας κιονόκρανο(πωρόλιθος) περίπου του 4ο π.Χ. αιώνα που έχει μεταφερθεί στο Δελφικό αρχαιολογικό χώρο, από περιοχή της Αράχοβας (άγνωστα παραμένουν το πότε περισυλλέχθηκε καθώς και ο χώρος όπου βρισκόταν) είναι πιθανόν να προέρχεται από το χώρο του Παλιόπυργου.
Με βάση το βιβλίο: «Αράχοβα του Παρνασσού (Από τα Προϊστορικά στα Βυζαντινά χρόνια). Αποκαλύπτοντας το παρελθόν», του Ευστάθιου Λ. Σιδηρά, Αράχοβα 2015.
• Καστρούλι Πλειστού
Στο, με κωνικό σχήμα, λόφο: «Σπυρδόβρυση» εντοπίσθηκαν λαξευμένοι λίθοι από οικοδομήματα, που ανήκουν μάλλον στους μεταβυζαντινούς χρόνους και στο λόφο «Καστρούλι» (Πλειστού), όπου έχει καταγραφεί κατοίκηση στην Υστεροελλαδική ΙΙΙ Α2-Β περίοδο (13751200 π.Χ.), σώζονται στη βόρεια πλευρά κατάλοιπα οχύρωσης και τοίχων, αναλήμματα και από τους τάφους, που είναι κιβωτιόσχημοι και σώζονται στη βόρεια και δυτική πλευρά του λόφου αυτού, προέρχεται ένας ψευδόστομος αμφορέας της Υστεροελλαδικής ΙΙΙ Γ ύστερης περιόδου (1100 - 1075 π.Χ.).
• Ζεμενό
i) Στο Κάτω Χάνι και ευρύτερη περιοχή βρέθηκαν λαξευμένοι λίθοι και ο περιηγητής Wilhelm Vischer είδε στο χώρο του χανιού αυτού ένα αρχαίο κίονα.
ii) Στο Ανήλιο (Σπέντζο) και ευρύτερη περιοχή βρέθηκαν όστρακα, αναλήμματα, τάφοι, λαξευμένοι λίθοι, ενώ στο λιθόστρωτο αρχαίου δρόμου διακρίνονται ίχνη από το πέρασμα των αμαξών.
iii) Στον Άγιο Αθανάσιο σώζεται τμήμα από τοίχο παλαιοχριστιανικής περιόδου.
iv) Κοντά στο Χάνι (Επάνω) αποκαλύφθηκαν σε ανασκαφή τμήματα πέντε τοίχων κτισμένων με ακανόνιστους λίθους και συνδεδεμένους με κουρασάνι. Ο ένας είναι μήκους 2,65m, πλάτους 0,80m και ύψους 0,55m. Ο δεύτερος έχει το σχήμα πεσσού και υπάρχουν σε διαφορετικό επίπεδο τα ΒΑ άκρα των τριών άλλων σε μήκος 0,60m. Παράλληλα βρέθηκε και αγαλμάτιο αναπαυόμενου παιδιού(τύπος Έρωτος) από μάρμαρο των ύστερων ελληνιστικών χρόνων ύψους 0,58m, που στην εξωτερική πλευρά τού αριστερού μηρού σώζεται ίχνος του στηρίγματος επί του οποίου, κυρίως, έπεφτε το βάρος του σώματος. Προς την ίδια πλευρά κατευθύνεται και η κίνηση του αριστερού χεριού, ενώ το δεξιό φερόταν επί του αριστερού ώμου, όπου ακουμπά και η κεφαλή του. Επίσης, βρέθηκε πεσσός τέμπλου από μάρμαρο πρωτοχριστιανικού ναού με ανάγλυφο διάκοσμο επαλλήλων παραλληλογράμμων, καθώς και επιτύμβια στήλη από τιτανόλιθο με αέτωμα, που κάτωθέν του σε εξοχή βρίσκονται διαδοχικά 24 ή 25 οδόντες, οι οποίοι σχηματίζουν κορωνίδα, ενώ διασώζονται και πέντε μικρά τρίγλυφα με τους ανάλογους χώρους για τις μετόπες, παράλληλα δε, έχει χαραχθεί ή επιγραφή: ΚΑΛΛΙΚΛΗΣ ΚΑΛΛΙΣ Τέλος, βρέθηκαν πήλινα αγγεία, γεωργικά εργαλεία, τάφοι, εκ των οποίων ο ένας ήταν λίθινος και περιείχε οστά δυο ανθρώπων και ο άλλος, που περιείχε οστά και καλυπτόταν με μαρμάρινη πλάκα.
v) Στην περιοχή Καστρούλι,
όπου αφθονούν τα όστρακα που προέρχονται από τα Υπομυκηναϊκά - Πρώιμα Ιστορικά χρόνια, έχουν συλλεγεί πυρήνες πυριτόλιθου, και ένα κουμπί από μαύρο στεατίτη. Στα ΒΑ της οχύρωσης ανασκάφηκαν δυο τάφοι. Στον ένα βρέθηκαν τρεις πήλινες οινοχόες, έναν νόμισμα χάλκινο που απεικονίζεται αγένειο το κεφάλι του Ηρακλή, στραμμένο προς τα δεξιά, ρόπαλο και βέλος, ενώ διασώζεται επιγραφή, μια αιχμή βέλους, ένα αντικείμενο, τρεις χάλκινοι σύνδεσμοι, μια μικρή φιάλη από πηλό, δυο πήλινα κύπελλα, εκ των οποίων το ένα διασώζει την επιγραφή ΔΑΜΑΙΝΕΤΟΥ στη βάση του λαιμού.Στον άλλο τάφο βρέθηκαν: μια πήλινη οινοχόη, πέντε πήλινες κύλικες, όπου σε μια διασώζεται επιγραφή, μια πήλινη λήκυθος, πέντε μικροί σκύφοι από πηλό, έξι πήλινα ειδώλια (δυο περιστεριών, δυο γυναικών και δυο Σατύρων, εκ των οποίων ο ένας είναι γυμνός, φοράει λεοντή δεμένη μπροστά στο στήθος, ενώ τα δυο χέρια του φέρονται λυγισμένα στο ύψος της μέσης και στο αριστερό κρατάει λύρα), ένα πήλινο κύπελλο, έξι πήλινοι σκύφοι, ένα πήλινο πλακίδιο που παρουσιάζει μια σφίγγα, μια μικρή φιάλη από πηλό, αστράγαλοι οστέινοι, όστρακα, όστρακα από ειδώλια πήλινα και ένα αγγείο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΣΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΣΑΣ.